- Σάββα Αγίου, μονή
- Ιστορικό μοναστήρι, σήμερα πατριαρχικός ναός, στην Αλεξάνδρεια. Η γραφή Σάββα σπανίζει στους παλιούς κώδικες. Η ιστορία του αλεξανδρινού μοναστηριού, χάνεται στο σκοτάδι των αιώνων. Φαίνεται πως η αρχική ονομασία του, ήταν Άγιος Μάρκος. Υπάρχει ακόμα εκδοχή, πως το καθολικό του χτίστηκε στα ερείπια του ναού του Μίθρα, θεότητα περσική αντίστοιχη προς τον Απόλλωνα. Άλλοι, τον θέλουνε του Διόνυσου. Τις πρώτες ιστορικές γι’ αυτόν μαρτυρίες, τις έχουμε απ’ το 320. Από κει ξεκινά μια ταραγμένη πορεία στο χρόνο, μίση δογματικά που χωρίζουν ορθόδοξους και κόπτες. Το μοναστήρι, μένει ακλόνητος φρουρός της ελληνικότητας του. Ύστερα έρχεται ο σεισμός του 615 και το σωριάζει πέτρες και χώματα. Τότε το ξανάχτισε ο πλούσιος αλεξανδρινός Σάβας. Ακολούθησε χρόνια δύσκολα, χρόνια διωγμών. Οι μαρτυρίες είναι ελάχιστες, μιλάνε όμως επίμονα και για κάτι άλλο: πως θαμμένος εδώ ήταν ο Μάρκος ο ευαγγελιστής. Μια απ’ αυτές, κάποιου Αντώνιου, αναφέρει: «Η Αλεξάνδρεια είναι ωραία πόλις, ο λαός αυτής ευμετάβολος αλλά προσφιλής τοις ξένοις». Αναφέρεται μάλιστα και σ’ ένα έλος, εκεί κοντά, που έχει «μέγαν αριθμόν κροκοδείλων». Όταν περάσανε όλες οι εκκλησίες στα χέρια των Κοπτών, μόνο το μοναστήρι του Α. Σ. έμεινε ελληνικό. Απ’ το 940 έως το 1500, ελάχιστα γνωρίζουμε. Ξέρουμε μόνο πως κάηκε στους διωγμούς και ξαναχτίστηκε στον 11o αι. Το 1501 το μοναστήρι βγαίνει πάλι απ’ την αφάνεια. Όταν ο Μελέτιος ο Πηγάς ήταν πατριάρχης, ίδρυσε εδώ μοναστηριακή σχολή στην οποία δίδασκαν γραμματική, διαλεκτική, ρητορική και φιλολογία. Το 1625 γίνηκε το μεγάλο κακό. Σφάξανε τους καλόγερους «σαν αρνιά» και βάλανε φωτιά στο ναό. Όμως το μοναστήρι αναδιοργανώθηκε. Το 1651 θα το επισκεφτεί ένας καλόγερος Ρώσος που σημειώνει πως λειτουργούσε σ’ αυτόν και καθολικός κληρικός. Όταν οι Γάλλοι ήρθανε με το Ναπολέοντα, ένας «σοφός» θα γράψει για το «βρωμοχώρι» την Αλεξάνδρεια και για τους ανάγωγους κατοίκους της. Μόνη εξαίρεση οι Έλληνες και το μοναστήρι του Α. Σ. με τους ευγενικούς του καλόγερους. Ο μουσικολόγος Βιλετώ γράφει στην Περιγραφή της Αιγύπτου: «Μόλις φτάσαμε στην Αίγυπτο και παρατηρήσαμε το μεγάλο αριθμό των σκορπισμένων στη χώρα αυτή Ελλήνων, εσπεύσαμε ευθύς να συνδεθούμε μ’ εκείνους που μας φανήκανε οι πιο μορφωμένοι και προπαντός με τους παπάδες της Αλεξάνδρειας, του Ραχητιού και του Καΐρου, γιατί ο ξένος στην Ανατολή, πάντοτε απ’ τους ιερωμένους και τους εμπορευόμενους μπορεί να ελπίζει ότι θα πάρει τις ακριβέστερες πληροφορίες για τη θρησκεία, τις επιστήμες και τέχνες, τα ήθη και τα έθιμα της χώρας. Το πρώτο ωφέλιμο για το σκοπό μας διάβημα, ήταν να επισκεφτούμε το κοντά στην Αλεξάνδρεια ελληνικό μοναστήρι. Κοντά στους καλόγερους ακριβώς, αισθανθήκαμε για πρώτη φορά μικρή ανακούφιση απ’ την κουραστική και καταθλιπτική εντύπωση, που μας προξένησε απ’ τη στιγμή που φύγαμε απ’ την Τουλών, η θέα των χωρών που σ’ όλο το διάπλου είδαμε, και που την ολοκλήρωσε η όψη του τόπου στον οποίο μόλις αποβιβαστήκαμε... Ένα τέταρτο λεύγας από την πόλη, μπήκαμε στο αθόρυβο άσυλο των φιλικών ευρωπαϊκών αισθημάτων, ευγενικών και δραστήριων Ελλήνων, που κατορθώσανε ν’ αναζωογονήσουν τη φύση και να τη στολίσουν μ’ όλα τα θέλγητρα της τέχνης. Αναπνεύσαμε αέρα μυρισμένο με τα’ άρωμα των πιο ωραίων λουλουδιών, μπήκαμε στα στολισμένα με γούστο και πλούτο διαμερίσματα, όπου βασίλευε η τάξη και η καθαριότητα και είδαμε καθετί που μαρτυρά την αγάπη στις επιστήμες και στις τέχνες. Τέλος σ’ ένα τραπέζι ετοιμασμένο με χάρη και κατάφορτο νόστιμα φαγητά και ωραία κρασιά, βρήκαμε ανακούφιση απ’ όλες τις στερήσεις που δοκιμάσαμε απ’ τη μέρα που φτάσαμε στην Αλεξάνδρεια». Ο θαυμασμός αυτός του Βιλετώ, δεν εμπόδισε το Ναπολέοντα να διατάξει το γκρέμισμα του μοναστηριού για στρατηγικούς λόγους. Δεν ξέρουμε, αν η διαταγή τελικά εκτελέστηκε. Υπάρχει ένας λογαριασμός του ηγούμενου αρχιμανδρίτη Διονύσιου Κανάλε, για τα έξοδα που έκανε για την επιδιόρθωση «οντάδων» που οι Γάλλοι «εκαταρήμωσαν», αλλά δε λύνει το πρόβλημα. Η διαταγή του Ναπολέοντα πάντως, με ημερομηνία 11 θερμιντώρ, έτους Οχτώ, αναφέρει: «Ο αρχιστράτηγος Βοναπάρτης διατάζει: Άρθρο lo. Το χωριό που βρίσκεται στην πύλη της Ρωζέτης και το ελληνικό και το κοπτικό μοναστήρι θα κατεδαφιστούν. Άρθρο 2o. θα δοθεί στον Πρόεδρο της Ελληνικής Κοινότητας μια «οκέλα» (= σπίτι) του δημόσιου, σαν αποζημίωση. Οι Κόπτες θα στείλουν εκπρόσωπους στο Κάιρο όπου και θα τακτοποιηθούν». Στα νεώτερα χρόνια, το μοναστήρι θα συνδέσει το βίο του με τις περιπέτειες του ελληνικού στοιχείου στην τουρκική και την αγγλική κατοχή. Στις ημέρες του πατριάρχη Σωφρόνειου, η συντήρηση νοσοκομείου για τις ανάγκες των Ελλήνων που ήταν κύριο μέλημα του μοναστηριού, περνάει στα χέρια της Κοινότητας. Τα «οσπιτάλια» του Α. Σ., είναι πια παρελθόν, όπως και το νεκροταφείο. Σώζονται όμως ακόμα μερικοί τάφοι στην αυλή του μοναστηριού. Η εκκλησία του μοναστηριού, φιλοξενεί τέλος, μια σειρά εικόνων αρχαιολογικής και κάποτε καλλιτεχνικής αξίας. Η σπουδαιότερη απ’ τις πρώτες, είναι εκείνη του Νεόφυτου, του 1815, στην οποία εικονίζεται ο ευαγγελιστής Μάρκος και ταυτόχρονα η Αλεξάνδρεια της εποχής του ζωγράφου. Υπάρχουν άλλωστε και πολύ παλιότερες εικόνες, όπως του 1659 κι ένας κεντητός Επιτάφιος του 1600.
Dictionary of Greek. 2013.